Η στασιμότητα στα αποθέματα ελαιόλαδου και οι αυξημένες τιμές του που δημιουργούν προβλήματα στην αγορά και τους παραγωγούς ενόψει της νέας ελαιοκομικής περιόδου, επισημαίνονται σε ερώτηση προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που κατέθεσε η βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής και συνυπεύθυνη του Κοινοβουλευτικού Τομέα Αγροτικής Ανάπτυξης, Χριστίνα Σταρακά.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά «Οι τιμές στο ελαιόλαδο εδώ και πάνω από έξι μήνες έχουν ξεφύγει από κάθε λογική. Ένας τενεκές λάδι (δεκαεπτά κιλών) έχει εκτοξευθεί στα 170 έως 200 ευρώ, ενώ, πέρυσι η τιμή του κυμαινόταν στα 75 έως 90 ευρώ. Οι εκτιμήσεις για την επόμενη ημέρα, με βάση τα σημερινά δεδομένα είναι μάλλον δυσοίωνες. Τα διαθέσιμα αποθέματα στις δεξαμενές των βιομηχανιών τυποποίησης δεν φαίνεται ότι μπορούν να εξασφαλίσουν τις ανάγκες των επόμενων µηνών, οπότε η επιστροφή της εμπορικής κινητικότητας είναι δεδομένη». Ενώ όπως συμπληρώνει «Όσον αφορά το ενδιαφέρον από τους αγοραστές στα εμπορικά κέντρα του ελαιόλαδου, ενόψει και των πρώτων ενδείξεων σε µερικές εβδομάδες για τις προοπτικές της νέας χρονιάς, μπορεί να χαρακτηριστεί υποτονικό έως αδιάφορο εξ ου και η τρίμηνη στασιμότητα των τιμών».
Σχετικά με την επόμενη μέρα, όπως αναφέρει: «Τα βλέμματα όλων των ελαιοπαραγωγών αλλά και των καταναλωτών που προμηθεύονται το ελαιόλαδο είναι στην νέα ελαιοκομική περίοδο, που ουσιαστικά τώρα ξεκινάει. Οι πρώτες ενδείξεις δεν είναι καλές, αφού οι καιρικές συνθήκες δεν ευνόησαν τα ελαιόδεντρα. Ούτε πολύ κρύο έκανε, κάτι που είναι ουσιώδες για την παραγωγή, αλλά ούτε και πολλές βροχές υπάρχουν αυτή την περίοδο που τις έχει ανάγκη το δέντρο ώστε να αυξήσει την παραγωγικότητά του. Οι Έλληνες παραγωγοί και τυποποιητές βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο νέας μείωσης της παραγωγής τους, λόγω της ξηρασίας, που έπληξε όλες τις μεσογειακές χώρες και προκάλεσε ακαρπία».
Την ίδια στιγμή, η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ απευθύνει καίρια ερωτήματα προς το Υπουργείο σχετικά με το αν έχουν γίνει έλεγχοι στις τιμές και στην αγορά για την καταπολέμηση της αισχροκέρδειας και αν έχουν επιβληθεί πρόστιμα, καθώς και ποια μέτρα προτίθεται αυτό να πάρει για την ενίσχυση των ελαιοπαραγωγών, τη σωστή κατανομή του αποθέματος και την καταπολέμηση της έντονης ακαρπίας που έχει λόγω της κλιματικής αλλαγής και η οποία δεν καλύπτεται ασφαλιστικά από τον ΕΛΓΑ.
Ολόκληρη η ερώτηση έχει ως εξής:
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Λ. Αυγενάκη
Θέμα: Η στασιμότητα στα αποθέματα ελαιόλαδου και οι αυξημένες τιμές δημιουργούν προβλήματα στην αγορά και τους παραγωγούς ενόψει της νέας ελαιοκομικής περιόδου.
Κύριε Υπουργέ,
Οι τιμές στο ελαιόλαδο εδώ και πάνω από έξι μήνες έχουν ξεφύγει από κάθε λογική. Ένας τενεκές λάδι (δεκαεπτά κιλών) έχει εκτοξευθεί στα 170 έως 200 ευρώ, ενώ, πέρυσι η τιμή του κυμαινόταν στα 75 έως 90 ευρώ. Οι εκτιμήσεις για την επόμενη ημέρα, με βάση τα σημερινά δεδομένα είναι μάλλον δυσοίωνες. Τα διαθέσιμα αποθέματα στις δεξαμενές των βιομηχανιών τυποποίησης, δεν φαίνεται ότι µπορούν να εξασφαλίσουν τις ανάγκες των επόμενων µηνών, οπότε η επιστροφή της εμπορικής κινητικότητας είναι δεδομένη. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι παραγωγοί που έχουν τα ελάχιστα αποθέματα, ζητούν τιμές στην χονδρική 13 έως και 15 ευρώ το κιλό, κάτι που σημαίνει ότι εφόσον ο έμπορος προχωρήσει σε αγορές, η λιανική τιμή που θα κληθεί να πληρώσει ο καταναλωτής θα υπερβεί τα 20 ευρώ. Οι εξαγωγές έχουν καταρρεύσει και σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των εξαγωγών, τον Ιανουάριο η πτώση της αξίας των εξαγωγών ελαιόλαδου έφτασε στο 48,6% έναντι του Ιανουαρίου του 2023.
Από την άλλη, η τιμή παραγωγού ανέρχεται στα 10 έως 12 ευρώ το κιλό και το κόστος λιανικής στα 9,5 ευρώ έως 17 ευρώ το κιλό κάτι το οποίο είναι απαγορευτικό για τους καταναλωτές αν συνυπολογίσουμε και την τεράστια ακρίβεια που ζούμε. Πολλοί αναγκάζονται να αναζητούν φθηνότερες εναλλακτικές, όπως το ηλιέλαιο και το αραβοσιτέλαιο, ενώ, δεν λείπουν και εκείνοι που αναμειγνύουν τα είδη λαδιού, προκειμένου να κάνουν οικονομία.
Όσον αφορά το ενδιαφέρον από του αγοραστές στα εμπορικά κέντρα του ελαιόλαδου, ενόψει και των πρώτων ενδείξεων σε μερικές εβδομάδες για τις προοπτικές της νέας χρονιάς, μπορεί να χαρακτηριστεί υποτονικό έως αδιάφορο εξ ου και η τρίμηνη στασιμότητα των τιμών. Όπως πληροφορούμαστε εδώ και αρκετό καιρό, οι τιμές κατά τόπους κυμαίνονται μεταξύ των 9 µε 9,5 ευρώ το κιλό, µε μικρές αποκλίσεις προς τα πάνω ή τα κάτω, ενώ μέχρι 8 ευρώ τοποθετούνται οι παραγωγές από περιοχές, όπως η Μεσσηνία, η Κρήτη και η Ηλεία.
Τα βλέμματα όλων των ελαιοπαραγωγών αλλά και των καταναλωτών που προμηθεύονται το ελαιόλαδο είναι στην νέα ελαιοκομική περίοδο, που ουσιαστικά τώρα ξεκινάει. Οι πρώτες ενδείξεις δεν είναι καλές, αφού οι καιρικές συνθήκες δεν ευνόησαν τα ελαιόδεντρα. Ούτε πολύ κρύο έκανε, κάτι που είναι ουσιώδες για την παραγωγή, αλλά ούτε και πολλές βροχές υπάρχουν αυτή την περίοδο που τις έχει ανάγκη το δέντρο ώστε να αυξήσει την παραγωγικότητά του. Οι Έλληνες παραγωγοί και τυποποιητές βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο νέας μείωσης της παραγωγής τους, λόγω της ξηρασίας, που έπληξε όλες τις μεσογειακές χώρες και προκάλεσε ακαρπία.
Κατόπιν των ανωτέρω ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1) Πώς σκοπεύετε να ελέγξετε τις τιμές του ελαιόλαδου ώστε ένα τόσο σημαντικό προϊόν να μην καθίσταται απαγορευτικό για τον καταναλωτή;
2) Τι έχετε κάνει μέχρι τώρα όσον αφορά τους ελέγχους στην αγορά για την καταπολέμηση της αισχροκέρδειας; Έχουν επιβληθεί πρόστιμα και αν ναι σε τι ποσά αυτά μεταφράζονται;
3) Τι σκοπεύετε να κάνετε για τη σωστή κατανομή του αποθέματος ώστε να μη μείνει αναξιοποίητο και χάσουν και άλλα χρήματα οι παραγωγοί; Θα υπάρξει διόρθωση τιμών στα αποθέματα του ελαιόλαδου; Και αν ναι τι ποσά διαπραγματεύεται το υπουργείο;
4) Ποια μέτρα σκοπεύετε να λάβετε για την καταπολέμηση της έντονης ακαρπίας που έχει παρατηρηθεί λόγω της κλιματικής αλλαγής και η οποία δεν καλύπτεται ασφαλιστικά από τον ΕΛΓΑ;
5) Πώς θα ενισχύσετε τους ελαιοπαραγωγούς για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις δυσοίωνες προβλέψεις για την νέα ελαιοκομική περίοδο;
Αθήνα, 4 Απριλίου 2024
Η ερωτώσα βουλευτής